μιλιούνι

μιλιούνι
και μελεούνι, το (Μ μιλιούνι και μιλούνιν)
εκατομμύριο
νεοελλ.
στον πληθ. μιλιούνια
πολυάριθμο, ανυπολόγιστο πλήθος, απροσδιόριστος αριθμός («οι μύγες ήταν μιλιούνια»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. millione «εκατομμύριο»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • μιλιούνι — το (λ. ιταλ.), πληθ. ια 1. το εκατομμύριο. 2. μτφ., στον πληθ., μιλιούνια μεγάλο, αμέτρητο πλήθος: Οι ψείρες στο κεφάλι του ήταν μιλιούνια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Βολιβία — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει στα Β και στα ΒΑ με τη Βραζιλία, στα Δ με το Περού και τη Χιλή και στα Ν με την Αργεντινή και την Παραγουάη.Η Β. είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής, μαζί με την Παραγουάη, που δεν έχει έξοδο προς τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”